Μ’ αρέσει οι αναγνώστες να βουτάνε μέσα στα βιβλία και να γεύονται την ιστορία μου…
Ο Κώστας Κρομμύδας μίλησε πρόσφατα στο «Ράδιο ΕΝΑ» και στον Ηλία Κουτσερή. Ακολουθούν αποσπάσματα από τη συνέντευξη:
Η «Εβόρα» έρχεται να μας θυμίσει τη σπουδαιότητα των αξιών της ζωής και τη σημασία της φύσης
Με τη συγγραφή ασχολείστε πλέον επαγγελματικά κι αυτό φαίνεται κι από την αποδοχή του κόσμου…
Αν δεν έχεις τον κόσμο να σε στηρίζει δεν μπορείς να προχωρήσεις και ο κόσμος είναι η καλύτερη απόδειξη εάν πάει κάτι καλά και πραγματικά έχει απόδοση. Τα τελευταία χρόνια, έχω επικεντρωθεί στη συγγραφή, γράφω κυρίως μυθιστορήματα κι αυτό μου δίνει μεγάλη χαρά, γιατί κάνω μία δουλειά που αγαπάω πολύ, γιατί το να είσαι συγγραφέας σήμερα είναι και επάγγελμα. Εάν κάποιος συγγραφέας θέλει να είναι συνεπής με το κοινό του, πρέπει να είναι επαγγελματίας με τη δουλειά του.
Όχι ότι δεν υπάρχουν και πολλοί καλοί συγγραφείς που δεν είναι επαγγελματίες, αλλά εγώ δεν έχω αυτή τη δυνατότητα, να είμαι ένας χομπίστας, γιατί θέλω να έχω μία συνέπεια με το αναγνωστικό μου κοινό, γιατί μου αρέσει και αφιερώνω και όλο μου το χρόνο σ’ αυτό.
Με την πρόσφατη καραντίνα το βιβλίο προωθήθηκε τελικά; Ευνόησε η γενικότερη κατάσταση την πορεία του βιβλίου, αλλά και τη συγγραφή;
Η αίσθηση που έχω και τα στοιχεία που έχω δει, είναι ότι πουλήθηκαν πολλά βιβλία κατά τη διάρκεια της καραντίνας κι αυτό το διαπίστωσα κι εγώ ότι τα βιβλιοπωλεία που ήταν ανοιχτά αλλά και μέσω eshop πούλησαν πολλά βιβλία μου παλιότερα.
Ο κόσμος έχοντας διαβάσει τα βιβλία μου, ειδικά οι αναγνώστες μου, αποφάσισαν να στραφούν σε παλιότερους τίτλους. Αξιοσημείωτο είναι ότι το «Μυρωδιά από Σανίδι» που είναι το προπέρσινο βιβλίο, έκανε ρεκόρ πωλήσεων κατά τη διάρκεια της καραντίνας!
Αμέσως μετά όμως ήρθε να εκδοθεί και η «Εβόρα», που ουσιαστικά εκδόθηκε με το τέλος της καραντίνας. Αυτό της έδωσε μια πολύ μεγάλη ώθηση, διότι πολύς κόσμος το περίμενε το βιβλίο. Έκανε ανατύπωση τις πρώτες τρεις ημέρες και λογικά θα πάμε στη δεύτερη ανατύπωση.
Είναι ένα βιβλίο που αγαπήθηκε πολύ και χαίρομαι ιδιαίτερα γιατί αυτό το βιβλίο έχει ένα πολύ μεγάλο κομμάτι από τη δική μου ζωή, χωρίς να είναι βιογραφικό. Δεν μιλάω για τη δική μου ζωή, αλλά περισσότερο για τις παραστάσεις κι όλα αυτά που έχω νιώσει, έχοντας μεγαλώσει στην επαρχία. Στα Τρίκαλα, στα χωριά μου της μητέρας μου και του πατέρα μου. Αυτή η επαφή μου με τη φύση, είναι μια επαφή που ο σύγχρονος άνθρωπος τη χάνει σιγά-σιγά και την ανακαλύψαμε τώρα, μέσα στην καραντίνα, όπου όλοι θέλαμε να βγούμε μία βόλτα, να περπατήσουμε στη θάλασσα, να πάμε βόλτα στο βουνό.
Η «Εβόρα» μιλά πολύ γι’ αυτή τη χαμένη σχέση του ανθρώπου με τη φύση. Διότι η πρωταγωνίστριά μου είναι από την Έδεσσα, ζει σε ένα χωριό, εκεί έχει φτιάξει το μικρό της παράδεισο, την Εβόρα της. Είναι εμπνευσμένο από έναν αληθινό τόπο το βιβλίο. Η Εβόρα είναι ένα υπέροχο μέρος στην Έδεσσα, στο χωριό Παναγίτσα υπάρχει ένα καφέ-εστιατόριο που λέγεται Εβόρα, αυτό είναι που με έχει εμπνεύσει…